(Λκ. 15, 11-32)
Του Ηλία Λιαμή, δρ. Θεολογίας, Αρχισυντάκτη της ιστοσελίδας Αγαπητή μου κατηχήτρια, Αγαπητέ μου κατηχητή
Η παραβολή του ασώτου είναι ίσως μία από τις σημαντικότερες παραβολές του Ευαγγελίου. Έχει άλλωστε λεχθεί πως, και όλο το Ευαγγέλιο να χανόταν, η παραβολή αυτή θα ήταν αρκετή για τη σωτηρία των ανθρώπων.
Καταρχάς θα ήθελα να σου ζητήσω να ρίχναμε μια ματιά στον τίτλο. Η λέξη «άσωτος» δεν εκφράζει πλήρως το περιεχόμενο της ιστορίας μας. Αντίθετα, μπορεί να προκαλέσει και κάποια παρεξήγηση: «Άσωτος» είναι αυτός που δεν σώζεται, ο μη σεσωσμένος. Αυτός ο χαρακτηρισμός δεν αφορά τον μικρότερο γιο της παραβολής. Εκείνος, όχι μόνον σώθηκε, αλλά αποκαταστάθηκε και σε ακόμα υψηλότερη θέση από αυτήν που είχε πριν φύγει από το πατρικό του σπίτι. Ένας τίτλος λοιπόν όπως «η παραβολή του σωσμένου γιου» θα ανταποκρινόταν περισσότερο στην αλήθεια.
Πολύ γνωστός βέβαια είναι και ο τίτλος «η παραβολή του σπλαχνικού πατέρα». Οπωσδήποτε ο τίτλος αυτός αντικατοπτρίζει πλήρως τη στάση του Θεού απέναντι στον κάθε άνθρωπο. Επίτρεψέ μου όμως να σου θυμίσω τις συνθήκες εκείνες υπό τις οποίες η παραβολή αυτή ελέχθη. Εάν τις λάβουμε υπ’ όψιν, ίσως και να φανεί ο αληθινός πρωταγωνιστής της παραβολής αυτής, πάνω στον οποίον ο Χριστός μας στήριξε ολόκληρη την υπόθεση.
Σου θυμίζω πως βρισκόμαστε στο 15ο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Λουκά. Στην αρχή του κεφαλαίου αυτού, ο Άγιος Ευαγγελιστής μας ενημερώνει για τις αντιδράσεις των Γραμματέων και των Φαρισαίων, καθώς βλέπουνε τον Ιησού να αποδέχεται τη συνύπαρξη με τις πόρνες, τους τελώνες και τους άλλους αμαρτωλούς, που η κοινωνία των «καθωσπρέπει» έχει περιφρονήσει και απομακρύνει. Αντιλαμβάνεσαι πως πίσω από την παραβολή του ασώτου αλλά και των δύο μικρότερων παραβόλων που προηγούνται – της παραβολής του χαμένου προβάτου και της παραβολής της χαμένης δραχμής – κρύπτεται η επιθυμία τού Χριστού να εντοπίσει και όσο το δυνατόν να γιατρέψει τις σκληροκαρδία όλων εκείνων, που θεωρούν τον εαυτό τους σωσμένο και τον ξεχωρίζουν από τους αμαρτωλούς. Άλλωστε και η παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου, ίδιο σκοπό έχει.
Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: Τα κριτήρια των ανθρώπων και ιδιαίτερα των θρησκευόμενων ανθρώπων, πολλές φορές, δεν ταυτίζονται με τα κριτήρια του Θεού. Εκεί που η φαρισαϊκή σκληροκαρδία περιφρονεί και καταδικάζει, η θεϊκή ευσπλαχνία συμπονά, στηρίζει και αποκαθιστά. Σε αυτό ακριβώς το σημείο κρύβεται το καινούργιο που φέρνει ο Χριστός στον κόσμο, αλλά και η ρήξη Του με την νοοτροπία του ανθρώπου της Παλαιάς Διαθήκης. Ο παλαιός Νόμος, οι κανόνες, οι διατάξεις και οι περιορισμοί δεν αναιρούνται. Δεν αρκεί όμως η υποταγή στο Νόμο για να σωθεί ο άνθρωπος. Ποτέ κανείς άνθρωπος δεν είναι σε θέση να τηρήσει πλήρως τον Νόμο της Παλαιάς Διαθήκης. Σε αυτή την ανεπάρκεια τού ανθρώπου, έρχεται η Χάρις και το έλεος του Θεού να αναπληρώσουν τα κενά και την ανθρώπινη αδυναμία και να δωρίσουν στον άνθρωπο, πέρα από κάθε ανθρώπινη δικαιοσύνη, το έλεος και τη σωτηρία. Συγχρόνως μία προειδοποίηση, τραγική αλλά και καταλυτική, κρύβεται στην παραβολή: Ο άνθρωπος της πιστής εφαρμογής του Νόμου, ο άνθρωπος που ξόδεψε τη ζωή του για να εφαρμόσει μέχρι κεραίας τα «μη» και τα «πρέπει» , ο άνθρωπος που αισθάνεται πως δικαιούται την δίκαιη αμοιβή, αφού εκπλήρωσε όλες τις εντολές, υπάρχει ο κίνδυνος να μείνει έξω από τη βασιλεία του Θεού, όχι γιατί τον απέρριψε ο Θεός, αλλά διότι από μόνος του έμεινε ξένος από έναν κόσμο που είναι ποτισμένος από συγχώρεση, αποδοχή του αμαρτωλού και αδελφοσύνη όλων των παιδιών του Θεού, των τραυματισμένων από πάθη, αδυναμίες και λανθασμένες επιλογές.
Αν αυτά λάβεις υπ΄ όψιν σου, εύκολα θα καταλάβεις ποιος είναι στην πραγματικότητα ο αληθινός πρωταγωνιστής της παραβολής αυτής αλλά και ποιον τύπο ανθρώπου, με αγωνία και αγάπη προσπαθεί ο Χριστός μας να συνεφέρει και να λυτρώσει. Πρωταγωνιστής της παραβολής στη πραγματικότητα είναι ο μεγάλος αδελφός. Είναι εκείνος που έμεινε κάτω από την ομπρέλα του Νόμου. Εφάρμοσε όλες τις διατάξεις και τους κανονισμούς του πατρικού σπιτιού, δεν έφυγε και δεν αρνήθηκε τον πατέρα, ίσως και να μην αυθαδίασε ποτέ. Και όμως! Φαίνεται πως δεν κατάλαβε ποτέ τι ήταν για τον πατέρα του και σε τι σπίτι βρισκόταν!
Ο δυστυχής! Μια ζωή πάλευε να εξαγοράσει την αγάπη του πατέρα και δεν έβλεπε ότι αυτή, κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε λεπτό, προσφερόταν δωρεάν. Με αγωνία τηρούσε κάθε κανονισμό και κάθε διάταξη του πατρικού νόμου, μήπως και τελικά αγαπηθεί και δεν έβλεπε πως, όση αγάπη δεχόταν, δεν ήτανε αμοιβή, δεν ήταν αξιομισθία αλλά ξεχείλισμα από σπλάχνα πατρικών οικτιρμών. Ήταν γιος, μα ζούσε σαν μισθίος, σαν υπηρέτης. Ήταν κληρονόμος, αλλά ζούσε σαν υπάλληλος, τρομοκρατημένος από άτεγκτο εργοδότη.
Γνωρίζει ο Χριστός η στάση αυτή απέναντι στο Θεό, στάση καταπίεσης και διαρκούς ενοχής, δεν αφορά μόνο το ιερατείο των Ισραηλιτών. Γνωρίζει πως θα αποτελεί πάντα έναν διαρκή κίνδυνο για κάθε άνθρωπο που θα θελήσει να βαδίσει τον δρόμο που οδηγεί στο Θεό. Ο πανάρχαιος δρόμος της ενοχής, που ρίζωσε και θέριεψε τις θρησκείες και που θέλει τον Θεό να καιροφυλακτεί πάνω στα νέφη, περιμένοντας με χαιρεκακία να πατάξει τον κάθε αμαρτωλό, είναι βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη ψυχή μέχρι και σήμερα. Φαίνεται πως είναι ευκολότερο για τον άνθρωπο να γίνει υποζύγιο δυνάμεων επουρανίων παρά να αναλάβει την ευθύνη των πράξεών του και να αποδεχτεί την ανεπάρκειά του. Είναι αλήθεια πως είναι δύσκολη η αποδοχή ενός Θεού που συγχωρεί, διότι έτσι πλήττεται καίρια ο ανθρώπινος εγωισμός. Φαίνεται πως πολλοί άνθρωποι προτιμούν ένα συμβόλαιο καλών πράξεων και αμοιβής με τον Θεό παρά να ομολογήσουν ενώπιον Του την ανεπάρκεια και τη συντριβή τους. Αυτή η συντριβή όμως είναι που ανοίγει τις πόρτες του πατρικού σπιτιού στο μικρότερο γιο την ώρα που η θλιβερή αλαζονεία της τήρησης του συμβολαίου με τον Θεό γεμίζει πίκρα, παράπονο και μισαλλοδοξία την ψυχή του μεγαλυτέρου.
Αγαπητή μου κατηχήτρια, αγαπητέ μου κατηχητή
Πρέπει να βρούμε το θάρρος να εξετάσουμε με ειλικρίνεια την ποιότητα της πίστης, πριν καλέσουμε παιδιά και νέους ανθρώπους να μας ακολουθήσουν. Τι εικόνα έχουμε για τον Θεό; Τι εικόνα έχουμε για τον εαυτό μας; Ποια είναι η σχέση μας με Εκείνον; Τον φοβόμαστε; Τον αγαπάμε; Τι νομίζουμε πως περιμένει από μας; Την άψογη συμπεριφορά μας; Τις καλές μας πράξεις; Την πιστή τήρηση των καθηκόντων μας; Ή μήπως τη συντριβή μας, την επίγνωση των ασθενών μας δυνάμεων, την ευγνωμοσύνη μας για την δωρεάν αγάπη Του που απλόχερα μας προσφέρει κάθε στιγμή; Και επιπλέον; Τι εικόνα έχουμε για τους… άλλους, τους διαφορετικούς; Αλήθεια, πιστεύουμε πως, παρά τα λάθη τους, τις αμαρτίες τους, ακόμη και τον χλευασμό τους απέναντι στα δικά μας ιερά και όσια, θα βρούνε χάρη ενώπιον του κοινού πατέρα όλων μας; Ή μήπως θα σταθούμε στην πύλη του πατρικού σπιτιού και θα μοιράζουμε δελτίο εισόδου, ανάλογα με τις φαντασιώσεις μας, ως προς τα προσόντα που χρειάζεται κάποιος για να μπει; Φαντάζεστε μήπως στην εικόνα; Να καλεί ο πατέρας από μέσα τα χαμένα του παιδιά, τα ταλαιπωρημένα και συντετριμμένα, και εμείς στο όνομα της αυτοδικαίωσης μας να εμποδίζουμε με νύχια και με δόντια αυτή τη συνάντηση;
Ένας τέτοιος ο προβληματισμός συχνά παρεξηγείται και από κάποιους θεωρείται πως σχετικοποιεί την αμαρτία. Μεγάλο λάθος! Ο Πατέρας δεν είπε πότε στον μικρότερο γιο του πώς καλά έκανε και έφυγε και πως δεν έγινε τίποτα για όσα έπραξε και υπέστη στην εξορία. Δεν τον δικαίωσε, τον ελέησε. Η στάση μας απέναντι στην αμαρτία πρέπει να παραμείνει ξεκάθαρη, απόλυτη και έντιμη. Και συγχρόνως, η στάση μας, περιμένοντας τον πεσμένο αμαρτωλό, πρέπει να παραμείνει γνήσια πατρική, εικόνα και ομοίωση της αγάπης που καθημερινά δεχόμαστε χωρίς να το αξίζουμε: Αγάπης γεμάτης επιείκεια, γλυκιάς ματιάς, τρυφερού χαδιού και έννοιας αληθινής για κάθε άνθρωπο που παλεύει στη ζωή αυτή και κουβαλάει σαν σταυρό την προσωπική του τραγωδία.
Είναι αλήθεια πως συχνά το μυαλό μας συντάσσεται με τον μεγάλο γιο. Η καρδιά μας όμως ταυτίζεται με τον μικρότερο γιο, που γνώρισε το «τίποτα» του εαυτού του και γεύτηκε την πληρότητα της πατρικής αγάπης και της επουράνιας κληρονομιάς.
Πατήστε εδώ για να δείτε το κείμενο και την Ευαγελική περικοπή σε μορφή pdf
|